Triumph Bonneville



Στην αιωνόβια ιστορία της μοτοσυκλέτας υπήρξαν διάφορα παραμύθια και παραμυθάκια που ανακατεύτηκαν με φήμες και προσπάθησαν να γίνουν μύθοι. Μερικά τα κατάφεραν, άλλα νομίζουν ακόμη και σήμερα, ότι τα κατάφεραν, τα περισσότερα όμως κατάλαβαν ότι δεν είναι εύκολο να γίνεις μύθος. Γιατί ο μύθος είναι διαχρονικός, αδιαμφισβήτητος και άφθαρτος. Όλα αυτά και ακόμη περισσότερα διαθέτει ο μύθος της βρετανικής μοτοβιομηχανίας, που δεν είναι άλλος από το Triumph Bonneville.

Με αφορμή την συμπλήρωση των 50 χρόνων ύπαρξής της αξίζει να δείξουμε σεβασμό στην ηλικία της και να αναφερθούμε στην ιστορία της. Στην ιστορία ενός ακόμη σήματος κατατεθέν, που με την αναφορά του ονόματός του έρχεται απευθείας στο νου η εικόνα της βροχερής Μεγάλης Βρετανίας, όπως ακριβώς συμβαίνει συνειρμικά με τα διπλά κόκκινα λεωφορεία, την μίνι φούστα και τους Beatles. Η πρώτη Bonneville παραγωγής γεννήθηκε το 1959 με σκοπό να γίνει η κυρίαρχος των σπορ μοτοσυκλετών της εποχής. Τη στιγμή που η Αμερική έστελνε την Harley και το rock 'n' roll να κατακτήσει την Ευρώπη, η Triumph στέλνει στους δρόμους Αμερικής και Ευρώπης μια μοτοσυκλέτα με όνομα που υπενθυμίζει σε όλους το ποιος ήταν ο κάτοχος του παγκοσμίου ρεκόρ ταχύτητας με δίτροχο και είναι σκέτη rock. Εκείνη την εποχή όλες οι προσπάθειες επίτευξης των ρεκόρ ταχύτητας γινόταν στην πίστα Bonneville Salt Flats στην Γιούτα και η Bonneville T120 που κυκλοφόρησε, δεν άφηνε σε κανέναν να ξεχάσει ποιος ήταν ο σημαιοφόρος στην παρέλαση των επιδόσεων ταχύτητας.



Η Τ120 ήταν μια vertical twin με έμφαση στις επιδόσεις και στην ευκολία οδήγησης. Ο κινητήρας vertical twin, το γνωστό δημιούργημα του μηχανικού και αργότερα στελέχους της Triumph Edward Turner, ήταν ήδη δοκιμασμένος όσο αφορά την αξιοπιστία του. Προσθέτοντας μια βελτιωμένη κυλινδροκεφαλή, μεγαλύτερες βαλβίδες και δεύτερο καρμπυρατέρ, έφθασε την ιπποδύναμη των 650 cc στους 46 ίππους και δόθηκε στην πρώτη Bonneville ο ζητούμενος σπορ χαρακτήρας επιδόσεων. Δεν ήταν, όμως, μόνο ο κινητήρας και η δύναμή του, που καθιέρωσαν το Bonneville στο αγοραστικό κοινό. Ήταν ο συνδυασμός του μοτέρ με τα επαρκώς ικανοποιητικά κρατήματα για την καθημερινή μετακίνηση, το μικρό σχετικά βάρος και την αναβαθμισμένη ποιότητα κατασκευής. Η T120 μέχρι σήμερα καλύπτει τις περισσότερες από τις αντικειμενικές αισθητικές απαιτήσεις πάνω στην μοτοσυκλέτα και η ποιότητα κατασκευής της θα μπορούσε να χαρακτηριστεί άριστη. Σε καθημερινή χρήση ήταν πραγματικά μοναδική και μόνο όταν υπήρχε έντονη πίεση στο όριο διαπίστωνες την αδυναμία του πλαισίου της, που ήταν και ο λόγος για τους απανταχού λάτρεις της ταχύτητας να οδηγηθούν στην δημιουργία των Tribsa και Triton. Οι Tribsa και Triton χρησιμοποιούσαν το μοτέρ της Triumph με πλαίσιο από BSA ή Norton.

Το T120 έμεινε στην παραγωγή σχεδόν αυτούσιο όπως πρωτοπαρουσιάστηκε για 14 χρόνια περίπου. Το 1963 διαπιστώνοντας την αδυναμία του πλαισίου προσπαθούν να βελτιώσουν με ενισχύσεις την ακαμψία του συνόλου, βελτιώνουν το αποτέλεσμα αλλά και πάλι δεν μπορούν να φτάσουν στα επίπεδα των BSA. Η αγοραστική επιτυχία, όμως, είναι δεδομένη και αυτός είναι ο λόγος που το 1964 η Triumph διευρύνει την γκάμα των Bonneville και λανσάρει την cafe racer έκδοση το Bonneville Thruxton. Αργότερα εμφανίστηκαν και τα scramblers, οι τουριστικές εκδόσεις, οι λίγο πιο φουσκωμένες, οι με μεγάλο τιμόνι και πάει λέγοντας.

Το τελευταίο T120 κυκλοφόρησε το 1973 και έδωσε την θέση του στο υπερκυβισμένο T140 το 1974. Η ίδια ακριβώς συνταγή με χωρητικότητα αρχικά στα 724cc και στην συνέχεια στα 744cc. Το T140 όμως είτε λόγω της δημιουργικής πτώσης του εργοστασίου της Triumph, είτε λόγω της ισχυρής ανάπτυξης του ανταγωνισμού, φάνηκε ως γερασμένο μοντέλο χωρίς πρωτοτυπίες ή ενδιαφέρουσες καινοτομίες, την στιγμή που η αγορά βομβαρδιζόταν από Ιαπωνικές επιδόσεις και Γερμανικές αξιοπιστίες. Για την αγορά πλέον δεν φαινόταν να έχει σημασία αν το Bonneville απέκτησε δισκόφρενο (ήδη τα Ιαπωνικά φορούσαν από το 1969) ή κυκλοφορούσε το τουριστικό Executive με φέρινγκ και αποσκευές (τα Γερμανικά τουριστικά ήταν ήδη αξεπέραστα). Παρόλα αυτά και παρά το γεγονός ότι οι πωλήσεις σε καμία περίπτωση δεν ήταν αυτές που έπρεπε, έμεινε στην παραγωγή μέχρι το 1983, που έκλεισε και το εργοστάσιο της Triumph, το γνωστό ως Meriden. Από το 1985 μέχρι το 1988 και χωρίς να υπάρχει εργοστάσιο Triumph κατασκευάστηκαν και πουλήθηκαν 1.200 μοτοσυκλέτες από την εταιρεία FL Racing Spares που είχε αποκτήσει τα δικαιώματα του ονόματος των Bonnevilles.

Από το 1988 μέχρι το 2001 δεν κυκλοφόρησε καμία Bonneville. Η νέα Triumph όμως με έδρα στο Hinckley είπε να γευτεί δοκιμαστικά την νοσταλγική δόξα τους. Αναγνωρίζοντας τα T120 και T140 ως Meriden Bonnevilles κυκλοφορεί η πρώτη Hinckley Bonneville, που είναι μια σύγχρονη μοτοσυκλέτα με ρετρό διάθεση που δεν την κρύβει. Η νέα Bonneville κυκλοφορεί μέχρι σήμερα τιμώντας το βαρύ όνομα και γράφοντας μια νέα ιστορία.

Η Bonneville με την εμφάνισή της έγινε γρήγορα αντικείμενο πόθου που συνδύαζε τις υψηλές επιδόσεις, την απόλυτη αισθητική και τις επιτυχίες στους αγώνες. Έγινε η μοτοσυκλέτα του αγγλικού νεανικού κινήματος της δεκαετίας του 1960 και ο επίσημος παππούς των cafe racers. Μικροί και μεγάλοι αστέρες του χθες και του σήμερα όπως G.Clooney, Pink, M.Gaitz, E.Mc Gregor, H.Winkler υπήρξαν κάτοχοι Bonneville, ενώ οι R.Gere και S.Mc Queen χρησιμοποίησαν Bonnevilles στην ταινία "Ιπτάμενος και Gentleman" ο πρώτος και η "Μεγάλη απόδραση" ο δεύτερος. Μάλιστα λόγω της αγάπης του Mc Queen για την Bonneville στην σκηνή της ταινίας που δραπετεύει με μια μοτοσυκλέτα κλεμμένη υποτίθεται από τους Γερμανούς, αυτή δεν δέχτηκε να είναι BMW ή Zundapp όπως θα ήταν το λογικό, αλλά φαίνεται καθαρά ότι κλέβει μια γερμανική Bonneville!

Δεν έχει σημασία αν είσαι fun της ιαπωνικής, της γερμανικής ή της ιταλικής σχολής. Οι μύθοι είναι μύθοι και βρίσκονται πάνω από σχολές και οτιδήποτε φθαρτό και συνηθισμένο. Οι Bonnevilles εκτός των άλλων νίκησαν τον χρόνο, επομένως μπορούν να κάνουν πολλά στα σίγουρα….
Σήμερα μια Τ120 του 1965 σε πολύ καλή κατάσταση κοστίζει περί τα 7.500ευρώ, ενώ μια T140 του 1980 στις 4.500ευρώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου