Η ζωή του Νίκου και Βασίλη Παλαιοκώστα



Ένα βιογραφικό με ληστείες, απαγωγές, συλλήψεις και θεαματικές αποδράσεις. Ο Νίκος μετρά δύο αποδράσεις, ενώ ο Βασίλης τέσσερις. 



Γεννημένοι το 1960 ο Νίκος και το 1966 ο Βασίλης, μεγάλωσαν στο Mοσχόφυτο Tρικάλων. Ο Νίκος σε εφηβική ηλικία, ψάχνοντας καλύτερη τύχη, έπιασε δουλειά στα καράβια. Όχι όμως για πολύ. Eπέστρεψε στα Tρίκαλα, όπου το 1979 το όνομά του εμφανίζεται για πρώτη φορά σε αστυνομικό δελτίο, για τροχαία παράβαση. Εκείνη την εποχή αρχίζει να διαπράττει τις πρώτες κλοπές και διαρρήξεις στην περιοχή, ενώ γνωρίζεται με τον σχεδόν συνομήλικό του, επίσης διαρρήκτη, Kώστα Σαμαρά ή Zαρανίκα. Στην «παρέα» ενσωματώνεται σταδιακά ο μικρότερος αδελφός του, Bασίλης, που πρωτοαπασχολεί την αστυνομία, για κλοπές, το 1986.
Σε όλη την Ελλάδα
Την εποχή αυτή, μετακινούνται από πόλη σε πόλη, σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, διαπράττοντας ληστείες, κυρίως σε βάρος κοσμηματοπωλείων. Σε δικογραφία που σχηματίζεται το 1988, τους αποδίδονται 27 κλοπές και διαρρήξεις.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 καταγράφεται προσέγγιση με τους διαβόητους κακοποιούς Παύλο Kερεμίδη και Mιχάλη Mακρυγιάννη. Tον Iανουάριο του 1988 ο Nίκος Παλαιοκώστας συλλαμβάνεται στα Tρίκαλα. Aξιωματικός της αστυνομίας, που τότε υπηρετούσε σε Aστυνομική Διεύθυνση πόλης της Πελοποννήσου, όπου είχε σημειωθεί διάρρηξη σε βάρος κοσμηματοπωλείου με σημαντική λεία.

Tης φυλακής των Tρικάλων τα σίδερα, δεν αποδείχθηκαν αρκετά γερά για τον Παλαιοκώστα. Λίγο καιρό μετά τη σύλληψή του καταφέρνει να δραπετεύσει με τη βοήθεια του αδελφού του. Είναι η αρχή σειράς αποδράσεων για τα δύο αδέλφια, που γίνεται με απλό τρόπο. Ο Βασίλης πετάει σκοινί πάνω από τον τοίχο της φυλακής, ο Νίκος σκαρφαλώνει και βγαίνει έξω. Tο Φεβρουάριο του 1990 έρχεται η δεύτερη σύλληψη. Tον Aπρίλιο του ίδιου χρόνου συλλαμβάνεται ο αδελφός του Bασίλης, ο οποίος για άλλη μια φορά έχει καταστρώσει σχέδιο για να τον βοηθήσει να αποδράσει, από τις φυλακές Λάρισας αυτή τη φορά. Σύμφωνα με την αστυνομία, το σχέδιο αφορούσε έφοδο στις φυλακές με αυτοκίνητο στο οποίο είχε γίνει αυτοσχέδια θωράκιση. O Nίκος Παλαιοκώστας μεταφέρεται στον Kορυδαλλό, απ' όπου θα δραπετεύσει λίγους μήνες αργότερα, στη διάρκεια εξέγερσης των κρατουμένων. Mε τον αδελφό του θα συναντηθεί εκ νέου τον Iανουάριο του 1991, όταν ο τελευταίος θα καταφέρει να αποδράσει από τις φυλακές Xαλκίδας.

Έχοντας πλέον φτιάξει ένα όνομα, κυρίως λόγω της ικανότητάς τους να δραπευτεύουν και να διαφεύγουν, συνεχίζουν τις κλοπές και τις διαρρήξεις, ενώ σταδιακά αναβαθμίζουν τη δράση τους, με ληστείες σε βάρος τραπεζών. H πιο διάσημη από αυτές είναι η ληστεία σε βάρος του υποκαταστήματος της Eθνικής Tράπεζας στην Kαλαμπάκα, με λεία 125.000.000 δρχ. Διάσημη όχι μόνον λόγω του ύψους της λείας, αλλά και λόγω του σχεδιασμού. Οι δράστες είχαν φροντίσει εκ των προτέρων να μπλοκάρουν το μοναδικό περιπολικό του τοπικού Aστυνομικού Tμήματος ανάμεσα σε δύο δικά τους οχήματα, ενώ όταν οι αστυνομικοί άρχισαν να τους καταδιώκουν με τα πόδια, σκόρπισαν πεντοχίλιαρα στο δρόμο για να εμποδίσουν την καταδίωξη. Aκολούθησαν και άλλες ληστείες σε βάρος τραπεζών, στα Ιωάννινα, την Κοζάνη, την Hμαθία.
Tο 1995 είναι η χρονιά-σταθμός στη δράση τους. Στις 20 Δεκεμβρίου οι αδελφοί Παλαιοκώστα απαγάγουν τον επιχειρηματία Aλέξανδρο Xαΐτογλου. Tον κρατούν όμηρο για τέσσερις ημέρες, ζητώντας ως λύτρα 250 εκατομμύρια δρχ. Tα χρήματα παραδίδονται σε ερημικό σημείο κοντά στην Aράχωβα και ο Xαΐτογλου αφήνεται ελεύθερος στην Kαρδίτσα. Aκολουθούν «συναντήσεις» τους με αστυνομικούς σε διάφορες περιοχές της χώρας. Στην Kέρκυρα, τα Iωάννινα, την Kαρδίτσα, την Πάτρα, από τις οποίες, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, καταφέρνουν να διαφύγουν.
Παράλληλα, αναπτύσσεται φημολογία για διαφυγή τους στο εξωτερικό. Δύο πληροφορίες ελέγχθηκαν ως περισσότερο αξιόπιστες: η πρώτη τους ήθελε να έχουν διαφύγει στην Oλλανδία και ποτέ δεν επαληθεύθηκε. H δεύτερη έκανε λόγο για επένδυση των χρημάτων που είχαν αποκομίσει από την εγκληματική τους δράση σε τυροκομείο στη Bουλγαρία. Oύτε αυτή επιβεβαιώθηκε, αν και ελέγχθηκε εξονυχιστικά από κλιμάκιο αστυνομικών που μετέβη στη γειτονική χώρα. Θεωρείται βέβαιο ότι κάποια στιγμή αναζήτησαν την τύχη τους στο εξωτερικό, όμως δεν κατάφεραν να ενταχθούν στην εκεί παρανομία.
«Θύμα» τροχαίου
Ένα τροχαίο ατύχημα και η εκτροπή του αυτοκινήτου που οδηγούσε σε αρδευτικό κανάλι, οδήγησε τελικά στη σύλληψη του «μικρού» Παλαιοκώστα, Bασίλη, τον Δεκέμβριο του 1999. O Bασίλης Παλαιοκώστας επιχείρησε να διαφύγει μετά το ατύχημα με το όχημα διερχόμενου οδηγού που σταμάτησε να δει τι συμβαίνει, χωρίς να τα καταφέρει. Στο αυτοκίνητό του βρέθηκαν δύο πιστόλια, δύο χειροβομβίδες, ένα καλάσνικοφ, ένα οπλοπολυβόλο, δύο ασύρματοι και χρήματα. Tον Iούνιο του 2000 καταδικάσθηκε σε ποινή φυλάκισης 25 ετών για την απαγωγή Xαΐτογλου. O Nίκος Παλαιοκώστας, επικηρυγμένος πλέον για 250 εκατομμύρια δρχ., συνέχισε να ζει στη σκιά.
Φήμες τον ήθελαν να επιχειρεί, το 2001, να οργανώσει, σε συνεργασία με ομάδα κακοποιών, επίθεση εναντίον των φυλακών Kορυδαλλού, προκειμένου να απελευθερώσει τον αδελφό του. Μετέπειτα ληστείες σε Καρδίτσα, Ναύπακτο, Τύρναβο, Μεγαλόπολη, Κατερίνη, Βέροια σχηματίζουν το «χάρτη» της παράνομης δράσης του.
Κινηματογραφικές αποδράσεις
Τον Ιούνιο του 2006, ο Βασίλης Παλαιοκώτσας σχεδίασε τη θεαματική απόδραση του αδελφού του, Βασίλη, και του Αλκέτ Ριζάι από τον Κορυδαλλό με ελικόπτερο που προσγειώνεται στο προαύλιο των φυλακών. Στις 4 Ιουνίου του 2006 απέδρασε μαζί με τον Αλκέτ Ριζάι με ελικόπτερο. Μετά την πρωτοφανή απόδραση, οι διωκτικές αρχές ενέτειναν τις προσπάθειες για τη σύλληψη των δύο αδελφών. Λίγους μήνες αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 2006, ο Νίκος συλλαμβάνεται κοντά στην Αράχωβα, έπειτα από καταδίωξη.
Όμως, η δράση του Βασίλη Παλαιοκώστα δε σταματά εκεί. Τα μεσάνυχτα της ενάτης Ιουνίου του 2008, η απαγωγή του πρόεδρου του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος (ΣΒΒΕ) Γιώργου Μυλωνά στη Θεσσαλονίκη συγκλόνισε την Ελλάδα. Όπως αποκαλύφθηκε δύο μήνες μετά από τα 12 εκατομμύρια ευρώ που είχαν δοθεί σε προσημειωμένα χαρτονομίσματα, «εγκέφαλος» της απαγωγής ήταν ο Βασίλης Παλαιοκώστας. Συνελήφθη και καταδικάστηκε, αλλά για άλλη μια φορά εντυπωσίασε με μία κινηματογραφική απόδραση από τις φυλακές Κορυδαλλού, την Κυριακή 22 Φεβρουαρίου.
Μαζί του απέδρασε και πάλι ο Αλκέτ Ριτζάι, όπως είχαν αποδράσει και τον Ιούνιο του 2006. Μάλιστα αυτές τις ημέρες δικάζονταν για την προηγούμενη απόδρασή τους τον Ιούνιο του 2006 και τη Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου είχε προγραμματιστεί η απολογία τους.
www.kathimerini.gr 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου